Βουθρωτό
Βουθρωτό
Σύμφωνα με την κλασική μυθολογία, το Βουθρωτό ιδρύθηκε από τους πρόσφυγες μετά την άλωση της Τροίας - ο Έλενος, γιός του Πριάμου, φτάνοντας στην περιοχή θυσίασε έναν ταύρο, ο οποίος πληγωμένος κολύμπησε και πέθανε φτάνοντας στη στεριά. Το γεγονός ερμηνεύτηκε ως καλός οιονός, και ο τόπος ονομάστηκε Βουθρωτός - τραυματισμένος ταύρος. Το επικό ποίημα του Βεργιλίου, η Αινιάδα, αναφέρει και την επίσκεψη του Αιναία στο Βουθρωτό, στο ταξίδι του προς την Ιταλία.

Στην ακρόπολη του Βουθρωτού υπάρχουν ίχνη ζωής από τον 8ο αιώνα π.Χ. Ο πρώτος σημαντικός οικισμός χρονολογείται κατα τον 6ο αιώνα π.Χ. Το Βουθρωτό οφείλει την ανάπτυξη και την φήμη του στο Ιερό αφιερωμένο στον Ασκλήπιο, το θεό της ιατρικής, το οποίο ιδρύθηκε τον 4ο π.Χ. αιώνα. Το ιερό χτίστηκε στη νότια πλαγιά του λόφου της ακρόπολης. Οι λάτρες ερχόταν στο ιερό αναζητώντας θεραπεία, και άφηναν συμβολικά αντικείμενα και χρήματα στους ιερείς. Η πόλη του Βουθρωτού δημιουργήθηκε χάρη στο Ιερό και στην ιερή δύναμη του νερού της πόλης, μια δύναμη που λατρευόταν όσο υπήρχε και η πόλη. Οι νύμφες, στις οποίες είναι αφιερωμένες πολλές πηγές και μνημεία σε αυτές, ήταν οι θεές της φύσης στενά συνδεδεμένες με το νερό. Στην περιοχή του Βουθρωτού φαίνεται ότι η λατρεία των Νυμφών ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής - απολύτως κατανοητό δεδομένης της στενής σχέσης της πόλης με το νερό. Ένα σπήλαιο με πολλά αναθηματικά ειδώλια έχει ανακαλυφθεί κοντά στην Konispoli, νοτίως του Βουθρωτού.

Ο Βουθρωτός βρίσκεται σε λόφο στην όχθη της ομώνυμης λίμνης
και οργανώθηκε κατά τον 5ο αιώνα γύρω από την ακρόπολη των αρχαϊκών χρόνων. Σε περιτειχισμένο χώρο, μεταξύ του κατώτερου τείχους
και του ιερού του Ασκληπιού, οργανώθηκε την ελληνιστική περίοδο η
αγορά με πρυτανείο, στοές και θέατρο, χωρητικότητας 2.000 περίπου
θέσεων και γυμνάσιο. Υπήρξε η έδρα του Κοινού
των Πρασαίβων, που οργανώθηκε πιθανώς το 164 π.Χ. και επέζησε
για μισό αιώνα τουλάχιστον, ως την ίδρυση της ρωμαϊκής αποικίας επί
Καίσαρος.
Κατά τον 4ο π.Χ. αιώνα, η πόλη του Βουθρωτού ήδη απέκτησε μεγαλύτερη σημασία. Το 228 π.Χ. έπεσε υπό την κυριαρχία των Ρωμαίων, και τον 1ο π.Χ. αιώνα συμπεριλήθτηκε στην Ρωμαϊκή Αποικία της Μακεδονίας. Ο Ιούλιος Καίσαρας ίδρυσε, περίπου το 45 π.Χ., την αποικία για την εγκατάσταση των παλαιμάχων, ενώ ο Αύγουστος διπλασίασε και τον πληθυσμό και την έκταση της πόλης. Χτίστηκαν και οι καινούργιες εγκαταστάσεις: το υδραγωγείο, τα λουτρά, η αγορά, το νυμφαίο, καθώς και κατοικίες. Τον 3ο αιώνα μ.Χ., μετά από έναν σεισμό που κατέστρεψε το μεγαλύτερο μέρος της πόλης, αρχίζει και η παρακμή της. Στις αρχές του 6ου αιώνα μ.Χ., το Βουθρωτό έγινε η έδρα της επισκοπης, και η καινούργια φάση ανοικοδόμησης συμπεριλάμβανε τη βασιλική και ένα από τα μεγαλύτερα βαπτιστήρια της Παλαιοχριστιανικής περιόδου. Η πόλη παρέμεινε υπό την κυριαρχία των Βυζαντινών μέχρι το 12ο αι.μ.Χ., ενώ αργότερα άλλαξε πολλούς κατακτητές, λόγω της στρατηγικής της θέσης στην είσοδο της Αδριατικής Θάλασσας.
Το Αρχαίο Θέατρο

Το θέατρο του Βουθρωτού χτίστηκε στην κλιτύ της ακρόπολης, με θέα το Κανάλι Βιβάρι. Η χρήση της φυσικής κλίσης μίας αμφιθεατρικής πλαγιάς του λόφου για την τοποθέτηση των καθισμάτων για τους θεατές, αποτελούσε πρακτική και συνηθισμένη λύση στα αρχαία ελληνικά θέατρα. Αρχικά το θέατρο ήταν μάλλον μικρής χωρικότητας, αλλά τον 3ο π.Χ. αιώνα το κοίλον με κερκίδες επεκτάθηκε έως το ιερό θησαυροφυλάκιο. Τα καθίσματα ήταν οργανωμένα ιεραρχικά, με την πρώτη σειρά (τη λεγόμενη προεδρία) προορισμένη για τους επισήμους της πόλης και διακοσμημένη με υποπόδια σε μορφή ποδιού λέοντος, ενώ τα υπόλοιπα καθίσματα ήταν απλά μπλόκι μαρμάρου. Οι παραστάσεις δεν εξελισσόταν στο κυκλικό πλάτωμα της ορχήστρας, αλλά στην υψωμένη σκηνή η οποία ανοικοδομήθηκε κατά την διάρκεια της Ρωμαϊκής περιόδου αποκτώντας μεγαλύτερο βάθος, και διαρθρωνόταν σε τουλάχιστον δύο ορόφους. Τα τρία μεγάλα ανοίγματά της, που υπάρχουν και σήμερα, χρησίμευαν ως είσοδος κι έξοδος για τους ηθοποιούς, ενώ στις κόγχες ήταν τοποθετημένα πολλά αγάλματα. Και το κοίλον επεκτάθηκε κατά την Ρωμαίκή περίοδο, για να αποκτήσει μεγαλύτερη χωρικότητα το θέατρο. Οι πάροδοι προς το θέατρο και από τις δύο πλευρές της σκηνής ήταν σκεπασμένη με αψιδωτή οροφή. Παραμένει άγνωστο πότε το κτίριο σταμάτησε να χρησιμοποιείται, κατά πάσα πιθανότητα στην Ύστερη Αρχαιότητα, όπως και αλλού στη Μεσόγειο. Οπωσδήποτε, η αποδόμηση της κατασκευής και επαναχρησιμοποίησή της για άλλους σκοπούς διήρκεσε πολλούς αιώνες.

Ήδη τον 6ο π.Χ. αιώνα το Βουθρωτό ήταν μια ακμάζουσα πόλη με ιωνικούς ναούς, από τους οποίους ξεχώριζε αυτός του Ασκληπιού- καθ' ολη τη διάρκεια της αρχαιότητας αποτελούσε λατρευτικό κέντρο του θεού της υγείας. Στο ζεστό νερό που ανάβλυζε από ρωγμή σε βράχο, οι άνθρωποι απέδιδαν θεραπευτικές ιδιότητες- το σημείο μετατράπηκε σε δωμάτιο, προσκυνητάριο της εποχής. Οι πιστοί πρόσφεραν δώρα και νομίσματα στους ιερείς του Ασκληπιού και διανυκτέρευαν στο ναό, προσδοκώντας σε κάποιο θεϊκό σημάδι, με την μορφή ονείρου ή οράματος, που θα ερμήνευαν οι ιερείς ώστε να δώσουν στον ασθενή το κατάλληλο γιατροσόφι. Τόπος μυστοκρατούμενος, ικεσίας κι ελπίδας, για αρρώστειες και κακά που σήμερα, φαντάζομαι πολλά, με μια αντιβίωση περνάνε.

Το ημερολόγιο του Βουθρωτού βρίσκεται στον Μηχανισμό των Αντικυθήρων. Η πόλη μνημονεύεται κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους, όταν ενεπλάκη στους εμφυλίους πολέμους της Αυτοκρατορίας μεταξύ Καίσαρος και Πομπηίου. Αργότερα αναφέρεται το Βουθρωτό επί αυτοκράτορος Δεκίου, επί του οποίου εμαρτύρησε εκεί ο Άγιος Θερίνος. Μνημονεύεται ως έδρα επισκόπου το 458 και το 535 μ.Χ. Το Β. ήταν μία από τις 12 πόλεις που αποτελούσαν την επαρχία της παλαιάς Ηπείρου. Ως σημαντικό φρούριο μνημονεύεται συχνά στους μεσαίους χρόνους. Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους το Βουθρωτό υπόκειται στον Δεσπότη της Ηπείρου. Την εποχή εκείνη μεταβιβάζεται ή καταλαμβάνεται από διάφορες δυτικές δυνάμεις (Σικελία, Ναβάρρα, Βενετία κλπ). Τους διάφορους κατακτητές ή διεκδικητές ενδιέφερε κυρίως το φρούριο, που προσέφερε ασφάλεια στη γειτονική Κέρκυρα, και τα πλούσια ιχθυοτροφεία, που προσέφεραν εισόδημα. Κατά τον 15ο αι. η πόλη εγκαταλείφθηκε και διατηρήθηκε μόνο το φρούριο και τα ιχθυοτροφεία, που συχνά προσβάλλονταν από τους Τούρκους.