Θεσπρωτοί

Θεσπρωτοί


Η Θεσπρωτία, στο βορειοδυτικό άκρο του ελλαδικού χώρου, καταλαμβάνει μία εξαιρετικά ορεινή περιοχή μεταξύ των δυτικών οροσειρών της Πίνδου και των ακτών του Ιονίου. Ο Θουκυδίδης, περιγράφοντας τα γεγονότα της ναυμαχίας των Συβότων (433/2 π.Χ.), λίγο πριν την έναρξη του Πελοποννησιακού Πολέμου, μας δίνει μια ακριβή περιγραφή της γεωμορφολογίας της περιοχής, με τους μικρούς κόλπους, τα βραχώδη ακρωτήρια στις ακτές και το εσωτερικό ορεινό τοπίο, που διακόπτεται από τις κοιλάδες των ποταμών Θύαμη (σημερινού Καλαμά) και Αχέροντα και των μικρότερων παραποτάμων τους.  

Γύρω στα τέλη του 8ου αιώνα π.Χ. αποκρυσταλλώνονται οι μετακινήσεις και η κατανομή των κυριότερων φυλετικών ομάδων στην Ήπειρο. Οι Θεσπρωτοί εγκαθίστανται στο κεντροδυτικό τμήμα της. Υποδιαιρούνται σε πολυάριθμα μικρότερα φύλα, που κατοικούν σε ατείχιστες κώμες, μικρούς οικισμούς αγροτικού χαρακτήρα. Η οικονομία των κωμών βασιζόταν κυρίως στην κτηνοτροφία και σε μικρές αγροτικές καλλιέργειες στις ποτάμιες κοιλάδες, τα οροπέδια και τις μικρές προσχωσιγενείς πεδιάδες των ακτών. Την εποχή αυτή στη σφαίρα επιρροής τους υπάγονταν και τα δύο πανελλήνιας εμβέλειας μαντεία, της Δωδώνης, στο Λεκανοπέδιο των Ιωαννίνων, και του Νεκρομαντείου, στις εκβολές του Αχέροντα, που αναφέρονται ως θεσπρωτικές περιοχές από το Στράβωνα.

Σύμφωνα με τους αρχαίους συγγραφείς οι Θεσπρωτοί είναι απόγονοι των Πελασγών ή του Δευκαλίωνα και της Πύρρας απ΄τους οποίους γεννήθηκε ο Έλλην ο γενάρχης των Ελλήνων. Από τη Θεσπρωτία οι Έλληνες μετοίκησαν στη Θεσσαλία, στη Φθία και στην υπόλοιπη Ελλάδα.
Στα κείμενα των αρχαίων συγγραφέων η ιστορική αλήθεια καλύπτεται από τον μύθο, ωστόσο ίσως είναι αλήθεια ότι η Θεσπρωτία είναι η κοιτίδα του Ελληνισμού. Άλλωστε μία από τις σπουδαιότερες προϊστορικές πολιτείες της ήταν η Έλλα.

Η Θεσπρωτία στα αρχαία χρόνια είχε περίπου την ίδια έκταση με σήμερα αλλά το όριό της στο νότο ήταν ο ποταμός Αχέροντας και τα Κασώπεια όρη. Κοντά στις εκβολές του Αχέροντα ήταν άλλη μια σπουδαία προϊστορική πόλη η Εφύρα, ιδρυμένη από τον Εφύρο απόγονο του Θεσπρωτού. Στον βασιλιά αυτής της πόλης τον Φείδωνα έρχεται ο Οδυσσέας να αγοράσει δηλητήριο για να το βάλει στα βέλη του. Σ αυτή την περιοχή βρίσκεται το περίφημο Νεκρομαντείο, ( ανακαλύφθηκε από τους Σ. Δάκαρη και Σ Μουσελίμη το 1958) όπου οι ζωντανοί έρχονταν σε επαφή με τις ψυχές των νεκρών. Εκεί βρισκόταν και το βασίλειο του Άδη που είχε τις πόλεις του στην Αχερουσία λίμνη. Η λίμνη αυτή μάζευε τα νερά του Αχέροντα , του Κωκυτού (ποταμός της Παραμυθιάς) και της Στύγγας (πηγής στο βουνό Ερημίτη απ΄ όπου έπιναν νερό οι αθάνατοι θεοί).

Όταν στην Εφύρα που ονομαζόταν και Κίχυρος βασιλιάς ήταν ο Αηδονέας ήρθαν εναντίον του ο Θησέας με τον φίλο του Περίθοο για να κλέψουν την γυναίκα του βασιλιά των Θεσπρωτών. Ο Αηδονέας όμως τους έπιασε και τους φυλάκισε για να ελευθερωθούν από τον Ηρακλή που κατέβηκε στον Άδη για να πάρει τον Κέρβερο , το τρομερό σκυλί που φύλαγε τις πύλες του Άδη. Στους προϊστορικούς χρόνους ο Στράβων αναφέρει σαν μεγαλύτερες πόλεις εκτός από την Κίχυρο την Πανδοσία(στο σημερινό Καστρί του Φαναρίου) την Ελλάτρια και τις Βατίες.

Το 433 πχ γίνεται η περίφημη ναυμαχία μεταξύ Κορινθίων και Κερκυραίων στα Σύβοτα. Τον 4ο αιώνα οι θεσπρωτοί ενώνονται και δημιουργούν το κοινό των Θεσπρωτών. Πρωτεύουσα του κοινού των θεσπρωτών είναι αρχικά η Ελέα (Χρυσαυγή - στην Βέλιανη Παραμυθιάς) και μετέπειτα η Γιτάνη στην περιοχή Γκούμανη Φιλιατών.

Το 375 πχ οι Θεσπρωτοί ενώνονται με τους άλλους λαούς της Ηπείρου και συγκροτούν την συμμαχία των Ηπειρωτών. Ο βασιλιάς της Ηπείρου Πύρρος (318- 272πχ) είχε το παλάτι του στην Πανδοσία ενώ στις
εκστρατείες του εναντίον της Ρώμης εξέχων στρατηγός του ήταν ο Μίλων ο Θεσπρωτός.

Κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, μεταξύ του 8ου και του 6ου αιώνα π.Χ., αναπτύσσονται στα παράλια της Ηπείρου και της Νότιας Ιλλυρίας εμπορικοί σταθμοί και αποικίες από τους Ηλείους, τους Κορίνθιους και τους Κερκυραίους -κατά το πρότυπο των πόλεων της νότιας Ελλάδας- που διέφεραν κατά πολύ από τις μικρές εγκαταστάσεις των αυτοχθόνων κατοίκων. Η παρουσία των αποίκων αυτών, αλλά και ο ενεργός ρόλος των ξένων δυνάμεων -κυρίως των Αθηναίων από τον 5ο αιώνα π.Χ. και του Μακεδόνα βασιλιά Φιλίππου Β΄ στο τελευταίο τέταρτο του 4ου αιώνα π.Χ.- στα πολιτικά τεκταινόμενα της Ηπείρου θα συντελέσουν αποφασιστικά στην έξοδο των ηπειρωτικών φύλων από την πολιτιστική τους απομόνωση, θέτοντας τις βάσεις για το συνοικισμό και τη συνακόλουθη αστικοποίησή τους. Την ίδια περίοδο, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Θουκυδίδη, οι Θεσπρωτοί, όπως και οι γείτονές τους οι Χάονες, εγκαταλείπουν τον παραδοσιακό θεσμό της φυλετικής βασιλείας και υιοθετούν μία ολιγαρχική μορφή πολιτεύματος υπό την αιρετή αρχή του προστάτη.

 Υπό την πίεση των Μολοσσών οι Θεσπρωτοί χάνουν ολόκληρο το ανατολικό και νότιο τμήμα της επικράτειάς τους, επεκτείνονται σταδιακά βόρεια του Καλαμά εις βάρος των Χαόνων και πιθανόν υποχρεώνονται να προσχωρήσουν στο Κοινό των Μολοσσών (390-340 π.Χ.). Την ίδια περίοδο πρέπει να ιδρύεται και το Θεσπρωτικό Κοινό κατ' απομίμηση του Κοινού των Μολοσσών. Λίγο αργότερα, το Κοινό των Θεσπρωτών θα προσχωρήσει στη Συμμαχία των Ηπειρωτών, που οργανώνεται το 333/323 π.Χ. από τους Μολοσσούς και τους Θεσπρωτούς. Από το σημείο αυτό και έπειτα η ιστορία της Θεσπρωτίας ταυτίζεται σε μεγάλο βαθμό με την ιστορία της Συμμαχίας και εν συνεχεία του Κοινού των Ηπειρωτών, το οποίο λειτούργησε από το 232 έως το 167 π.Χ..

Από τα μέσα του 4ου έως τα μέσα του 2ου αιώνα π.Χ., η Θεσπρωτία, και εν γένει η Ήπειρος, γνωρίζει μια άνευ προηγουμένου πληθυσμιακή, οικονομική και οικιστική ανάπτυξη, που αντικατοπτρίζεται στη δημιουργία οργανωμένων πόλεων για πρώτη φορά στην ιστορία της. Οι πόλεις θα λειτουργήσουν ως κέντρα των επί μέρους φυλετικών ομάδων και ταυτόχρονα θα συνασπιστούν σε ομόσπονδο κράτος, το «Κοινό των Θεσπρωτών», δίνοντας υπόσταση στο αρχικό φυλετικό θεσπρωτικό έθνος. Με τη δημιουργία των πόλεων αυτών, οι μικρές νομαδικές κτηνοτροφικές ομάδες θα μετασχηματιστούν σε οργανωμένους πληθυσμούς, που συσπειρώνονται γύρω από τους νεοϊδρυθέντες οχυρωμένους μόνιμους οικισμούς και αποκτούν συγκεκριμένη εδαφική κυριαρχία. 

Πρωιμότερη όλων των τειχισμένων πόλεων στη Θεσπρωτία θεωρείται η Ελέα, πρωτεύουσα του φύλου των Ελεατών Θεσπρωτών, η οποία έλεγχε το νοτιοανατολικό τμήμα της Θεσπρωτίας. Είναι η μόνη θεσπρωτική πόλη που κόβει δικά της νομίσματα από το 360 έως το 330/325 π.Χ.. Λίγο μετά την Ελέα, στο β΄ μισό του 4ου αιώνα π.Χ., χρονολογούνται οι υπόλοιποι τειχισμένοι οικισμοί της Θεσπρωτίας, το Δυμόκαστρο, η αρχαία Ελίνα κ.α.

Ως έδρα του νέου πολιτικού σχηματισμού, του Κοινού των Θεσπρωτών, ιδρύονται στα βόρεια της κοίτης του ποταμού Καλαμά τα Γίτανα. Η επιλογή της θέσης, πέραν της πολιτικής σκοπιμότητας, δείχνει το αυξημένο ενδιαφέρον για το διαμετακομιστικό εμπόριο, δεδομένου ότι τα Γίτανα ήλεγχαν την έξοδο του πλωτού, τότε, Καλαμά προς τη θάλασσα. Την εποχή αυτή, μεταξύ 335 και 330/325 π.Χ., κόβεται και το μοναδικό νόμισμα του Θεσπρωτικού Κοινού, το οποίο οικειοποιείται τα ελεατικά σύμβολα, την κεφαλή της Περσεφόνης και τον τρικέφαλο Κέρβερο 

Υλοποιήθηκε από τη Webnode
Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα! Αυτή η ιστοσελίδα δημιουργήθηκε με τη Webnode. Δημιουργήστε τη δική σας δωρεάν σήμερα! Ξεκινήστε