
Πασσαρώνα
Πασσαρώνα

Η Πασσαρών, κατα πάσα πιθανότητα ιδρύθηκε από το βασιλιά των Μολοσσών Θαρύπα το έτος 420 π.Χ. - 400 π.Χ. ως πρωτεύουσα του Βασιλείου. Ο Θαρύπας συγκέντρωσε πληθυσμό, οργάνωσε την πόλη και την περιτείχισε ενώ διοικούσε με ένα «Συμβούλιο Ευγενών», ένα καθεστώς βασιλευόμενης ολιγαρχίας. Αργότερα, μετά το θάνατο του βασιλιά Νεοπτόλεμου Β΄, φαίνεται ότι η έδρα των Μολοσσών μεταφέρθηκε επί βασιλείας του Αρρύβα (ή Αρύββα) στο Αρχαίο Όρραον (σήμερα Ν.Πρέβεζας) και στην Αρχαία Αμβρακία (σήμερα Άρτα), ενώ η Πασσαρών συνέχισε να κατοικείται.

Η Πασσαρών τελικά καταστράφηκε από τους Ρωμαίους το 167 π.Χ., γιατί αντιστάθηκε. O Αιμίλιος Παύλος λεηλάτησε την πόλη, γκρέμισε τα τείχη και πυρπόλησε το Ναό του Αρείου Διός, το φθινόπωρο του 167 π.Χ. Σήμερα σώζεται ερειπωμένο πολυγωνικό τείχος στην κορυφή του λόφου Γαρδικίου (στα σημερινά "εικονίσματα") μαζί με τουρκικές οχυρώσεις του 1912 - 1913, ενώ κοντά στο Ροδοτόπι σώζεται ο Ναός του Αρείου Δία, το ιερό κέντρο όπου γινόταν οι συνελεύσεις των Μολοσσών. Τα στοιχεία που έχουμε από γραπτές πηγές της Ελληνικής και Λατινικής γραμματείας μας δίνουν τα εξής στοιχεία:

- Η Πασσαρών ήταν πρωτεύουσα του κράτους των Μολοσσών και έδρα του βασιλικού οίκου των Αιακιδών.
- Στην Πασσαρώνα πρέπει να κατέφυγε στα 465 π.Χ. ο νικητής της ναυμαχίας της Σαλαμίνας Θεμιστοκλής, καταδικασμένος σε θάνατο από τους Αθηναίους, αναζητώντας καταφύγιο στο βασιλιά Άδμητο ο οποίος αποδέχθηκε το αίτημα ασύλου, σεβάστηκε τον ικέτη, γιατί μέγιστον ην ικέτευμα τούτο, δεν τον παρέδωσε στους απεσταλμένους Αθηναίους και Λακεδαιμονίους και τον φυγάδευσε διά ξηράς στις μακεδονικές ακτές, απ' όπου διά θαλάσσης έφθασε στην Ασία. Η σκηνή με το Θεμιστοκλή να ικετεύει άσυλο στην αυλή του Αδμήτου είναι θέμα δύο διάσημων πινάκων ζωγραφικής. Ο πρώτος είναι του Γάλλου Πιερ Ζοζέφ Φρανσουά (1759-1851), στο Μουσείο του Λούβρου. Ο δεύτερος είναι του Σλοβένου ζωγράφου Φραντς Κάβτσιτς, με τίτλο "Temistokles išče zatočišče pri kralju Admetu" και βρίσκεται στην Εθνική Πινακοθήκη της Λιουμπλιάνας.
- Επίσης είναι πιθανό στην Πασσαρώνα να δίδαξε ο Ευριπίδης την Ανδρομάχη (ύμνος προς τους Μολοσσούς) στην πρώτη δεκαετία του Πελοποννησιακού πολέμου, όπως μπορεί κανείς να συμπεράνει από τα σχόλια του στίχου 445.
- Στην Πασσαρώνα γεννήθηκε η Μυρτάλη - Ολυμπιάδα, μητέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου και ο ονομαστός βασιλιάς Πύρρος.
Κατά τους ιστορικούς χρόνους, όπως μαρτυρεί ο Ψευδο-Σκύλαξ (Περίπλους 28), που έγραψε στα μέσα του 4ου αι. π.Χ. επιτομή παλαιότερου περίπλου, οι Μολοσσοί, όπως και οι Θεσπρωτοί και Κασσωπαίοι, κατοικούσαν κατά κώμας. Η κατάσταση αυτή άλλαξε στα τέλη του 5ου αι. π.Χ., την περίοδο της βασιλείας του Θαρύπα (420-400 π.Χ.), για τον οποίο ο Πλούταρχος (Πύρρος Ι. 3 ) αναφέρει: ελληνικοίς έθεσι και γράμμασι και νόμοις φιλανθρώποις διακοσμήσαντα τας πόλεις ονομαστόν γενέσθαι.
Επί Θαρύπα και επί του διαδόχου του Αλκέτα Α΄ (385-370 π.Χ.) οι αλλαγές στην Ήπειρο είναι ριζικές. Ευθύς μόλις ο Θαρύπας ανέρχεται στο θρόνο συνάπτει συμμαχία με τους Αθηναίους, οι οποίοι τον είχαν περιθάλψει όταν κατέφυγε εξόριστος στην Αθήνα (Θουκυδίδης 2.80.6). Δημιουργείται ο πρώτος πολιτικός συνασπισμός των Ηπειρωτικών φύλων, το Κοινόν των Μολοσσών, κόβονται τα πρώτα Ηπειρωτικά νομίσματα, εκσυγχρονίζεται η διοίκηση με τη θέσπιση Βουλής και ετήσιων αρχόντων, ψηφίζονται δημοκρατικοί νόμοι και εισάγεται το αττικό αλφάβητο. Γι΄ αυτό δίκαια οι Μολοσσοί θεωρούσαν τον Θαρύπα σταθμό στην ιστορία τους και με βάση αυτόν χρονολογούσαν τα ιστορικά γεγονότα

Με την Πασσαρώνα συνδέεται άμεσα και ο βασιλιάς Πύρρος της Ηπείρου, όχι μόνο στο πλαίσιο της ευρύτερης αμυντικής του πολιτικής αλλά επειδή επρόκειτο για το κέντρο των γενεαλογικών παραδόσεων των Μολοσσών και την έδρα της μολοσσικής εξουσίας, όπου παρέμειναν βασιλιάς και άρχοντες. Ωστόσο, το 295 π.Χ, ο Πύρρος, παρά τη στενή σύνδεσή του με την αρχέγονη πρωτεύουσα των Μολοσσών και τον κατ' εξοχήν σεβαστό θεό, τον Άρειο Δία, δεν δίστασε να μεταφέρει την πρωτεύουσα του κράτους από την Πασσαρώνα στην Αμβρακία για να εξυπηρετήσει το πολιτικό και ιδεολογικό του πρόγραμμα και να διατηρήσει την ισχυρή του θέση μεταξύ των άλλων βασιλέων στο πλαίσιο των γενικότερων πολιτικών του επιδιώξεων.
Ωστόσο η Πασσαρών και το Ιερό του Αρείου Διός πρέπει να παρέμειναν το κέντρο των συνελεύσεων του Κοινού των Μολοσσών, σύμφωνα με τη ρητή βεβαίωση του Πλουτάρχου (Πύρρος 5): ειώθησαν οι βασιλείς εν Πασσαρώνι...ορκωμοτείν. Ο Σ. Δάκαρης έχει ταυτίσει την αρχαία Πασσαρώνα με την ακρόπολη του Γαρδικίου με βάση τις παραπάνω φιλολογικές μαρτυρίες και τους παρακάτω ιστορικούς και τοπογραφικούς συσχετισμούς: Στο λεκανοπέδιο των Ιωαννίνων, νοτιoανατολικά και βορειοδυτικά της λίμνης Παμβώτιδας, διασώζονται δύο σημαντικές ακροπόλεις με ισχυρά τείχη, η ακρόπολη της Καστρίτσας και η ακρόπολη του Γαρδικίου, όπου πιθανόν υπήρχε κάποιος πυρήνας προϊστορικής ζωής. Εξάλλου, κατά μία άποψη, το τοπωνύμιο Πασσαρών υποδηλώνει λιμναίο οικισμό και πιθανόν συνδέει την προϊστορική εγκατάσταση στην περιοχή με τους πρώτους Μολοσσούς της λεκάνης των Ιωαννίνων, οι οποίοι κατά τον Σ. Δάκαρη προέρχονται από τη Δυτική Μακεδονία, πιθανόν από την περιοχή της Καστοριάς, όπου έχουν διαπιστωθεί λιμναίοι οικισμοί.

Ναός Άρειου Διός
Ο πολεμικός χαρακτήρας του φύλου των Μολοσσών αναπόφευκτα τους οδήγησε στη λατρεία του Άρειου Δία, του κυρίαρχου θεού των Δωρικών φύλων. Ο ναός κατασκευάστηκε τον 4ο αι. π.Χ., πυρπολήθηκε με την καταστροφή της πόλης και επισκευάστηκε και επαναλειτούργησε, όπως δείχνουν και τα ευρήματα ρωμαϊκών χρόνων.
Τμήμα του αρχαίου ναού
Ήταν το επίσημο ιερό των Μολοσσών, κάτι που αποδεικνύεται από πολλά ψηφίσματα ξένων πόλεων, καθώς και τον ανδριάντα Ρωμαίου αυτοκράτορα που βρέθηκαν. Δίνεται δε η εντύπωση ότι η περιοχή του ναού λειτουργούσε σαν επίσημα αρχεία κράτους, ενώ απολάμβανε σεβασμού ακόμα και από τους Ρωμαίους κατακτητές. Σήμερα σώζονται κάποια ερείπια της βάσης του ναού και διάσπαρτα μικρά τμήματα των κιόνων ιωνικού ρυθμού και αρκετά είναι τα εκθέματα στο αρχαιολογικό μουσείο Ιωαννίνων.