Αμάντια
Αμάντια
Η Αμάντια βρισκόταν νότια της Απολλωνίας, ιδρύθηκε από Λοκρούς (Οι Λοκροί ήταν αρχαίο ελληνικό φύλο, που κατοικούσε στην κεντρική Ελλάδα και συγκεκριμένα στην Λοκρίδα, η οποία στην αρχαιότητα χωριζόταν σε δύο περιοχές. Σύμφωνα με τον Στράβωνα, στα δυτικά κατοικούσαν οι Εσπέριοι ή Οζόλες Λοκροί, σε μια περιοχή η οποία βρισκόταν στους σημερινούς νομούς Φωκίδας και Αιτωλοακαρνανίας) προερχόμενους από το γειτονικό Θρόνιο και Άβαντες προερχόμενους από την Εύβοια. Ο ιστορικός Στέφανος ο Βυζάντιος, παρομοίως, αποδίδει την ίδρυση σε, προερχόμενους από την Εύβοια, Άβαντες οι οποίοι "επέστρεφαν από τον Τρωικό Πόλεμο".Εξάλλου, ο Ησύχιος αναφέρει πως επρόκειτο για ηπειρώτικο οικισμό. Ένας ιδρυτικός της μύθος φέρει τον Ελπήνωρα, ο οποίος απεβίωσε στη Τροία, να λειτουργεί ως νόστος και να ηγείται των αποίκων. Οι πολιτικοί τους ηγέτες έφεραν τίτλους όπως πρύτανις και γραμματεύς. Αξίζει να σημειωθεί ότι η πόλη ήταν περιτειχισμένη με τείχος μήκους περίπου 2.100 μέτρων. Ένα μεγάλο οχυρό ανεγέρθηκε, με δύο πύλες και δύο αμυντικούς πύργους, στα βόρεια του οικισμού. Η πόλη διέθετε μεγάλο Στάδιο ( που έχει διασωθεί στα νοτιοανατολικά της ) χωρητικότητος περίπου 4.000 θεατών, κατασκευασμένο τον 4ο αιώνα και χρησιμοποιήθηκε τουλάχιστον έως και τον 4ο μ.Χ. αιώνα. Η πόλη συμμετείχε τον 3ο αιώνα στο «Κοινόν των Ηπειρωτών»,
Η ονομασία Αμάντια αναφέρεται για πρώτη φορά στην διάρκεια του 4ου αιώνα π.Χ. Η πόλη ευρίσκεται επάνω στην πλαγιά ενός υψηλού λόφου, ενώ μόνον η ακρόπολη του οικισμού του ήταν οχυρωμένη. Τον 3ο αιώνα π.Χ., η πόλη απέκτησε οικονομική ισχύ, ενώ ξεκίνησε να κόβει δικά της νομίσματα.
Οι κάτοικοι της πόλης ήταν γνωστοί υπό την ονομασία Αμαντιείς.Η πόλη κατέστη μέρος της ρωμαϊκής επαρχίας της Νέας Ηπείρου και στην πρώιμη βυζαντινή περίοδο αποτελούσε έδρα επισκόπου.